Δευτέρα, 29 Απριλίου

Ο άνθρωπος των ειδικών αποστολών που φλερτάρει με τον Ολυμπιακό


Ο Τζενάρο Γκατούζο αποτελεί έναν από τους υποψηφίους για την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας του Ολυμπιακού. Δέκα χρόνια προπονητής, βρέθηκε από το ναδίρ στο ζενίθ, πέρασε από Ελλάδα και πλέον κοιτάζει μόνο πάγκους ομάδων με ιστορία. Το SPORT24 παρουσιάζει ιστορίες από το προπονητικό βιογραφικό του.

Ο Τζενάρο Γκατούζο βρίσκεται στη λίστα υποψηφίων προπονητών του Ολυμπιακού και ήδη έχουν γίνει οι πρώτες επαφές. Διόλου παράξενο που το όνομα του Ιταλού τεχνικού συνδέθηκε με μία ομάδα που είχε μία δύσκολη σεζόν και θέλει να χτίσει για να επιστρέψει στις επιτυχίες.

Ο 45χρονος έχει αναλάβει επτά ομάδες στο παρελθόν και σε όλες είχε την ίδια αποστολή: να τις επαναφέρει εκεί όπου θα έπρεπε να ήταν.


ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

Ο μαχητής ποδοσφαιριστής έχει εξελιχθεί σε έναν μαχητή προπονητή και πάντα αναλαμβάνει αυτές τις αποστολές, χωρίς φόβο. Μέσα σε αυτήν τη δεκαετία που άλλαξε επαγγελματικό προσανατολισμό, έχει φτάσει από το ναδίρ της απόρριψης από τη Χάμιλτον μέχρι το ζενίθ της κατάκτησης του Coppa Italia με τη Νάπολι.

Μία δεκαετία πλούσια σε ιστορίες και ένα συμβάν viral που έγινε viral από τη θητεία του -διόλου τυχαία- στην Ελλάδα και τον ΟΦΗ. Όμως ο προπονητής Γκατούζο είναι πολλά περισσότερα.

Έγινε προπονητής χωρίς να σταματήσει να παίζει

Ίσως συνέβη τυχαία, ίσως να ήταν αναπόφευκτο παιχνίδι της ειμαρμένης. Οι δύο πρώτοι πρόεδροι που εμπιστεύτηκαν έναν οξύθυμο, επιθετικό, άγριο και σκληροτράχηλο παίκτη για να του δώσουν πόστο προπονητή ήταν δύο πρόεδροι με τα ίδια χαρακτηριστικά με τον Γκατούζο. Η τρέλα του Ιταλού συναντήθηκε με την τρέλα του Κριστιάν Κονσταντίν της Σιόν, της τελευταίας ομάδας στην οποία αγωνίστηκε ο Γκατούζο.

Ο Κονσταντίν υποβίβασε σε σκάουτ τον προπονητή της Σιόν, Βίκτορ Μουνιόθ, ύστερα από μία βαριά ήττα, ώστε ο Γκατούζο να αναλάβει ως παίκτης προπονητής. Οι τρεις μήνες όπου παρέμεινε στον πάγκο θεωρούνται κατόρθωμα, αφού ήταν ο πέμπτος προπονητής της σεζόν 2012-2013. Απολύθηκε τον Μάιο του 2013 και μέχρι το τέλος του 2014 τον διαδέχθηκαν εννέα προπονητές.

Το τέλος της θητείας του στους Ελβετούς οδήγησε και στο τέλος της καριέρας του ως παίκτης. Ο επόμενος πρόεδρος με αυξημένα επίπεδα τρέλας και με βιογραφικό πιο βαρύ στις απολύσεις προπονητών σε σχέση με τον Κονσταντίν, ο Μαουρίτσιο Τζαμπαρίνι, του ανέθεσε την τεχνική ηγεσία της Παλέρμο, ύστερα από τον υποβιβασμό της στη Serie B. Έξι αγώνες πρωταθλήματος ήταν αρκετοί για τον Τζαμπαρίνι ώστε να κρίνει πως ο Γκατούζο δεν ήταν ο άνθρωπός του και τον απέλυσε τον Σεπτέμβριο του 2013.

Η περιπέτεια στον ΟΦΗ

Αν το να συνυπάρξει με Κονσταντίν και Τζαμπαρίνι ήταν δύσκολο, το να πετύχει κάτι με τον ΟΦΗ της σεζόν 2014-2015 ήταν mission impossible. Πριν καν αναλάβει την ομάδα ήταν γνωστόν τοις πάσι ότι τα οικονομικά προβλήματα των Κρητικών θα επηρεάσουν την έκβαση της σεζόν.

Οι απλήρωτοι παίκτες ήταν η μία όψη του νομίσματος. Η δίψα που ζητούσε ο Γκατούζο η άλλη. “Βολεύομαι και με παίκτες μικρότερης ποιότητας, αρκεί να έχουν πάθος”, είχε δηλώσει και αυτό ζητούσε από τους παίκτες του στον ΟΦΗ. Παίκτες που ενίοτε πλήρωνε για να έχουν τα προς το ζην, κάτι που δεν έκανε η διοίκηση.

INTIME SPORTS

Το τέλος ήταν προδιαγεγραμμένο, αν και επήλθε με πρωτοφανή τρόπο. Ο Γκατούζο υπέβαλε την παραίτησή του και τελικά ανακάλεσε την επόμενη μέρα ύστερα από παράκληση των φιλάθλων. Η συνέντευξη Τύπου που έκανε τον γύρο του κόσμου έπειτα από τον αγώνα με τον Ατρόμητο ήταν το κερασάκι στην τούρτα.

Αν και υποστήριζε ότι ως καπετάνιος δεν θα εγκαταλείψει το καράβι, ο Γκατούζο έφυγε για τις γιορτές και δεν επέστρεψε ποτέ από την Ιταλία. Τα προβλήματα που είχε από μόνη της η ομάδα και αυτά που δημιούργησε και ο ίδιος με τσακωμούς που είχε με ορισμένους παίκτες έκαναν αδύνατη την παραμονή του στο Ηράκλειο.

Η πρώτη επιτυχία

Το μέχρι τότε βιογραφικό του προϊδέαζε για το τι θα ακολουθούσε. Ιταλία και χαμηλότερη κατηγορία. Συγκεκριμένα, Serie C, όπου επιχείρησε το restart. Τόσο το δικό του, όσο και της Πίζα που τον εμπιστεύτηκε στις 20 Αυγούστου του 2015. Ένα χρόνο μετά κι έπειτα από σκαμπανεβάσματα, ο Γκατούζο είχε καταφέρει να οδηγήσει την ομάδα στον προβιβασμό μέσω μπαράζ. Μόνο που το καλοκαίρι παραιτήθηκε, επικαλούμενος προβλήματα με τη διοίκηση.

Υπό άλλες περιπτώσεις, η υπόθεση θα τελειώνει εδώ, όμως η ζωή του Γκατούζο δεν είναι μια συνηθισμένη ζωή. Για δεύτερη σερί δουλειά, ο κόσμος λειτούργησε υπέρ του και οδήγησε σε ανάκληση της παραίτησης. Αυτήν τη φορά, οι φίλοι της Πίζα προχώρησαν και σε πράξεις, αφού μπλοκάροντας τις εξόδους ξενοδοχείου όπου είχε καταλύσει η αποστολή κατά τη θερινή προετοιμασία, η ομάδα δεν μπόρεσε να πάει στο γήπεδο για προγραμματισμένο φιλικό με τη Θέλτα.

Τον Σεπτέμβριο η Πίζα ανακοίνωσε την επαναπρόσληψη του Γκατούζο, όμως έπειτα από μία νέα περίεργη σεζόν, η ομάδα με τη δεύτερη καλύτερη άμυνα στην κατηγορία (αλλά και τη χειρότερη επίθεση) κατάφερε να υποβιβαστεί.

Η ευκαιρία της Μίλαν

Ο Γκατούζο παραιτήθηκε και το όνομά του βρισκόταν στα ρεπορτάζ εφημερίδων που έγραφαν για επικείμενες απολύσεις προπονητών. Μέχρι και για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ακούστηκε, με τον ίδιο να διαμηνύει ότι θα πήγαινει στην πόλη ακόμα και με τα πόδια για να αναλάβει τους “κόκκινους διαβόλους”.

Εν τέλει ανέλαβε αυτούς της Ιταλίας, τη Μίλαν, αλλά την ομάδα εφήβων, τον Μάιο του 2017. “Δεν είναι πισωγύρισμα, είναι η σωστή απόφαση”, υποστήριζε, όμως ούτε εκεί κατάφερε να μακρομερεύσει. Για καλό λόγο αυτήν τη φορά, αφού όταν οι “ροσονέρι” απέλυσαν τον Βιντσέντζο Μοντέλα τον Νοέμβριο του 2017, συνέχισαν το γαϊτανάκι με τους πρώην παίκτες του συλλόγου αλλά όχι εγνωσμένης αξίας προπονητές που αναλάμβαναν την πρώτη ομάδα. Έπειτα από τους Λεονάρντο, Κλάρενς Ζέεντορφ, Φιλίπο Ιντζάγκι και Κριστιάν Μπρόκι, ήταν η σειρά του Γκατούζο να δοκιμάσει την τύχη του.

Ο Τζέναρο Γκατούζο ως προπονητής της Μίλαν
@ 2019 LUCA BRUNO / AP IMAGES

Η Μίλαν μόλις είχε περάσει στα χέρια του μυστηριώδη επιχειρηματία Γιονγκχονγκ Λι και επένδυσε σε νεαρούς παίκτες το καλοκαίρι του 2017, οι οποίοι όμως δεν απέδωσαν. Ο κορυφαίος επιθετικός της ήταν ο 19χρονος Πάτρικ Κουτρόνε των 10 γκολ στη Serie A, με συνέπεια η 6η θέση να μοιάζει με επιτυχία.

Όταν δε τη νέα σεζόν η Μίλαν τερμάτισε 5η κι έχασε για ένα βαθμό την 3η θέση και την επάνοδό της στο Champions League, ο Γκατούζο είχε πλέον δώσει τα διαπιστευτήριά του. Η νέα αλλαγή ιδιοκτησίας του συλλόγου σφράγισε το τέλος εποχής (με τον Γκατούζο να χαρίζει το υπόλοιπο του συμβολαίου του), όμως οι δουλειές στις οποίες πόνταρε πλέον ο Ιταλός είχαν αλλάξει επίπεδο.

Το κύπελλο με τη Νάπολι

Τον Δεκέμβριο του 2019 η Νάπολι (των Ορέστη Καρνέζη και Κώστα Μανωλά) απέλυσε τον Κάρλο Αντσελότι αφού έδειχνε να χάνει το τρένο για το επόμενο Champions League. Μία ημέρα αργότερα προσέλαβε τον πρώην παίκτη του Ιταλού στη Μίλαν, ο οποίος δεν κατάφερε να βελτιώσει την κατάσταση στη Serie A (τέσσερις ήττες στα πρώτα πέντε παιχνίδια του στο πρωτάθλημα), όμως ολοκλήρωσε τη σεζόν με τρόπαιο.

Η πρώτη χρονιά κορονοϊού βρήκε τη Νάπολι και τη Γιουβέντους να διασταυρώνουν τα ξίφη τους στον τελικό Coppa Italia. Οι “παρτενοπέι” είχαν αποκλείσει διαδοχικά Περούτζια, Λάτσιο και Ίντερ, με συνέπεια να μην φοβούνται τους “μπιανκονέρι”. Το 0-0 στο “Ολίμπικο” έστειλε τις δύο ομάδες απευθείας στα πέναλτι, όπου οι Ναπολιτάνοι ήταν πιο προσεκτικοί και έφτασαν στην κατάκτηση του πρώτου τροπαίου από το 2014.

Ο Τζέναρο Γκατούζο ως προπονητής της Νάπολι με το τρόπαιο του ιταλικού Κυπέλλου
@ 2020 ANDREW MEDICHINI / AP IMAGES

Τη νέα σεζόν, η Νάπολι έκανε καλή εκκίνηση στη σεζόν, έφτασε στα ημιτελικά του Coppa Italia, όμως για ακόμα μία φορά ο Γκατούζο έχασε 3η και 4η θέση για ένα βαθμό στην τελευταία αγωνιστική. Οι Ναπολιτάνι απέτυχαν να λυγίζουν εντός έδρας τη Βερόνα και η Γιουβέντους προσπέρασε και άρπαξε το τελευταίο εισιτήριο για το Champions League. Αυτό ήταν και το “κύκνειο άσμα” του στο “Σαν Πάολο”.

Από την Τοσκάνη στην Ισπανία

Οι μετοχές του είχαν ανέβει για τα καλά και γι’ αυτό δύο ημέρεες έπειτα από το τελευταίο παιχνίδι του με τη Νάπολι ανακοινώθηκε από τη Φιορεντίνα. Το συμβόλαιό του θα άρχιζε την 1η Ιουλίου, όμως στα μέσα Ιουνίου οι δύο πλευρές συμφώνησαν να μην προχωρήσουν στη συνεργασία. Αιτία, οι έντονες διαφωνίες του Γκατούζο με τον Αμερικανό ιδιοκτήτη των “βιόλα”, Ρόκο Κομίσο, σχετικά με τις μεταγραφές του καλοκαιριού.

Ένα χρόνο έμεινε στα πιτς μέχρι που η μοίρα τον έφερε στην τρίτη χώρα της Μεσογείου. Τον περασμένο Ιούνιο βρέθηκε στη Βαλένθια για να αναλάβει την ανασυγκρότηση των “νυχτερίδων”, που τα τελευταία χρόνια βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.

Το μεγαλύτερη ερώτημα είναι η διάθεση του ιδιοκτήτη Πίτερ Λιμ, ο οποίος διοικεί από τη Σιγκαπούρη και παρά την αμύθητη περιουσία του, δεν προσφέρει κάποιο κομμάτι της για την ομάδα. Η πρακτική της πώλησης αστέρων όπως ο Γκονσάλο Γκέντες συνεχίστηκε για ακόμα ένα καλοκαίρι και η Βαλένθια εισέπραξε 65.500.000 ευρώ από παραχωρήσεις, αλλά δαπάνησε μόλις 11.500.000 εξ αυτών για ενίσχυση.

Ο Τζέναρο Γκατούζο
@ 2023 HUSSEIN MALLA / AP IMAGES

Η σεζόν άρχισε σχετικά καλά, με τον Γκατούζο να βασίζεται αναγκαστικά στους νεαρούς παίκτες του ρόστερ και να βγάζει τον 1ο γύρο μένοντας για αρκετό διάστημα στην πρώτη δεκάδα της βαθμολογίας. Από τις 31 Δεκεμβρίου όμως ο σύλλογος πήρε την κάτω βόλτα και ένα μήνα αργότερα το συμβόλαιό του λύθηκε κοινή συναινέσει, με τη Βαλένθια στη 14η θέση, τέσσερις πιο ψηλά από αυτήν που κατέχει τώρα.

Οι προπονητικές ιδέες του Γκατούζο

Αν και λίγοι το περίμεναν, ο Γκατούζο σκεφτόταν την προπονητική από τον καιρό που κατακτούσε τίτλους με τη σπουδαία Μίλαν στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Απέκτησε το UEFA A το 2011 και το UEFA Pro τον Σεπτέμβριο του 2014, έχοντας αναλάβει ήδη τον ΟΦΗ (χωρίς να έχει αποκαλύψει στη διοίκηση ότι δεν είχε το συγκεκριμένο δίπλωμα). “Δεν υπάρχει νόημα να μιλάμε για τον ποδοσφαιριστή Γκατούζο. Δεν μπορούμε να μιλάμε μόνο για κότσια και για καρδιά. Η αγριάδα είναι ακόμα εδώ, αλλά έχω κάνει μαθήματα, έχω μελετήσει, έχω ταξιδέψει. Δεν μου έδωσαν ως δώρο το προπονητικό δίπλωμα”, δήλωνε ο ίδιος.

Σε αρκετές περιπτώσεις χρειάστηκε να προσαρμοστεί στα δεδομένα που είχε στα χέρια του, ιδίως στις ομάδες με φτωχό ρόστερ, περιορισμένων δυνατοτήτων. Όσο αναλάμβανε καλύτερες ομάδες, τόσο σφυρηλατούσε το δικό του στιλ, βασισμένο στις ιδέες που είχε για το ποδόσφαιρο. “Μου αρέσει οι ομάδες να έχουν την κατοχή και να αποφεύγουν τα ρίσκα”, υποστηρίζει.

Οι ομάδες του συχνά αρχίζουν επιθέσεις από κοντινές πάσες τερματοφυλάκων ή κεντρικών αμυντικών, με στόχο να προσελκύσουν τους αντιπάλους και να ανοίξουν την άμυνά τους. Οι ακραίοι μπακ δεν διστάσουν τόσο να ανέβουν, όσο και να αλλάξουν θέση με τα στόπερ, όλα στο βωμό της παραπλάνησης των αντιπάλων.

Η υπεραριθμία πίσω από τη γραμμή της σέντρας είναι σημαντική για τον Ιταλό τεχνικό, που θέλει καλό passing game σε αυτόν τον χώρο του γηπέδου και όταν η μπάλα περάσει με ασφάλεια το κέντρο, να συνεχιστεί η ανάπτυξη μέχρι να εντοπιστούν τα κενά που έχει αφήσει ο αντίπαλος ώστε να μαρκάρει ψηλά. Αν δεν προκύψουν τέτοια, ενθαρρύνει τους παίκτες του να σουτάρουν από μακρινές αποστάσεις.

Σε φάση άμυνας, προτιμάει να περιμένει τον αντίπαλο και να μην μαρκάρει ψηλά. Οι εντολές του είναι μαρκάρισμα με πολλούς παίκτες σε όποιον αντίπαλο είναι κάτοχος της μπάλας όταν περάσει το κέντρο και προσπαθεί με κάθε τρόπο να κλείσει τους διαδρόμους για κάθετες μεταβιβάσεις στην πλάτη των αμυντικών του. Η συμπαγής αμυντική διάταξη θεωρεί ότι θα οδηγήσει τον αντίπαλο να ανεβάσει την άμυνά του κι αν υπάρξει αλλαγή κατοχής, να χτυπήσει πιο εύκολα στην κόντρα.

Οι διατάξεις που προτιμούσε σε Νάπολι και Μίλαν είναι τα 4-4-2 και τα 4-5-1, όμως οι μεταβολές τους είναι πολλές αφού θέλει τους παίκτες του να σχηματίζουν διαρκώς πολύγωνα για υπεραριθμίες και για να προσφέρονται πάντα πολλές επιλογές πάσα στον παίκτη που έχει την μπάλα στα πόδια του. Στο Βαλένθια προτίμησε τα 4-3-3 και 4-2-3-1 για να προσαρμοστεί στο ρόστερ που είχε στη διάθεσή του και που δεν μπορούσε να το αλλάξει, λόγω της αδυναμίας να κάνει μεταγραφές.

Τέτοια συνθήκη δύσκολα θα συναντήσει στον Ολυμπιακό, αν τελικά θα είναι ο εκλεκτός για τη θέση του προπονητή. Δύσκολα θα συναντήσει και τα προβλήματα που βίωσε στη χώρα μας στη θητεία του στον ΟΦΗ. “Ένας χρόνος στον ΟΦΗ είναι όπως δέκα χρόνια σε οποιονδήποτε άλλον σύλλογο”, είχε δηλώσει τότε. Η πρώτη δεκαετία του ως προπονητής ολοκληρώθηκε και η δεύτερη τον φέρνει ξανά στην ελληνική επικαιρότητα, αυτήν τη φορά με διαφορετικούς στόχους, παραστάσεις και υποσχέσεις.



Source link